Αίτηση Πτώχευσης μικρού αντικειμένου μπορούν να υποβάλλουν τόσο τα φυσικά όσο και τα νομικά πρόσωπα.
Πιο συγκεκριμένα, για τα φυσικά πρόσωπα η αίτηση πτώχευσης μικρού αντικειμένου υποβάλλεται όταν η αξία των περιουσιακών στοιχείων του δεν υπερβαίνει τις 350.000 ευρώ συνολικά, με την αξία της ακίνητης περιουσίας του να υπολογίζεται με βάση τον ΕΝ.Φ.Ι.Α. Για τα νομικά πρόσωπα, αίτηση πτώχευσης μπορούν να υποβάλουν μόνο όσα πληρούν τα κριτήρια προσδιορισμού της πολύ μικρής οντότητας (άρθρο 2 του ν. 4308/2014) δηλ.: α) το σύνολο του ενεργητικού του να μην υπερβαίνει σε αξία τις 350.000 ευρώ, β) το καθαρό ύψος του κύκλου εργασιών του να μην υπερβαίνει τις 700.000 ευρώ και γ) ο μέσος όρος των απασχολούμενων να μην ξεπερνάει τα 10 άτομα. Θα πρέπει να πληρούνται δύο από τα ανωτέρω κριτήρια. Σε αυτό το σημείο, είναι πολύ σημαντικό να επισημανθεί ότι προϋπόθεση κήρυξης σε πτώχευση είναι η παύση πληρωμών, η κατάσταση δηλαδή κατά την οποία ο επιβαρυμένος δανειολήπτης δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις οικονομικής ανταπόδοσης προς το Δημόσιο, Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης και πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα, σε ύψος τουλάχιστον 60% για περίοδο τουλάχιστον 6 μηνών.
Η αίτηση πτώχευσης αρχικώς κατατίθεται ηλεκτρονικά. Αίτηση μπορεί να καταθέσει όχι μόνο ο επιβαρυμένος δανειολήπτης, αλλά και ο εκάστοτε πιστωτής και δημοσιοποιείται για χρονικό διάστημα 30 ημερών. Αν μέσα σε χρονικό διάστημα 30 ημερών από τη δημοσιοποίηση της αίτησης δεν υποβληθεί παρέμβαση κατά αυτής, (ή υποβληθεί, αλλά αφορά μόνο τον διορισμό συνδίκου) η αίτηση γίνεται δεκτή από το αρμόδιο πτωχευτικό δικαστήριο, που δεν είναι άλλο από το Ειρηνοδικείο κύριας κατοικίας του επιβαρυμένου δανειολήπτη, εφόσον είναι φυσικό πρόσωπο και σε περίπτωση νομικού προσώπου ο τόπος του κέντρου των κυρίων συμφερόντων του.
Σημειωτέον ότι κατά της απόφασης ισχύει το ένδικο μέσο της έφεσης. Σε περίπτωση που ο επιβαρυμένος δανειολήπτης διαθέτει περιουσία την οποία και θα απωλέσει, η σχετική απαλλαγή επέρχεται σε 1 έτος από την έκδοση της απόφασης, ενώ καλείται να πληρώνει στους πιστωτές για 1 έτος το ποσό των εισοδημάτων του που υπερβαίνει το πενταπλάσιο των εύλογων δαπανών διαβίωσης. Αντίστοιχα, σε περίπτωση που ο επιβαρυμένος δανειολήπτης δεν διαθέτει περιουσία ή διαθέτει περιουσία μικρής αξίας την οποία και θα απωλέσει, η απαλλαγή επέρχεται 3 έτη μετά την έκδοση της πτωχευτικής απόφασης, ενώ ο επιβαρυμένος δανειολήπτης καλείται να πληρώνει στους πιστωτές για 3 έτη το ποσό των εισοδημάτων του που υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης.
Τέλος, ο επιβαρυμένος δανειολήπτης δεν απαιτείται να πληρώσει στους πιστωτές ποσά που είναι ακατάσχετα (κοινωνικά επιδόματα, αγροτικές επιδοτήσεις), ενώ δεν απαλλάσσεται για επιβαρύνσεις οικονομικής ανταπόδοσης που δημιουργήθηκαν μετά την υποβολή αίτησης πτώχευσης, για ανάλογες διατροφής, για τέτοιες από δόλο ή βαρεία αμέλεια που προκάλεσε θάνατο ή σωματική βλάβη προσώπου και εκείνες από αδικήματα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα.